Μου φαγες ολα τα δαχτυλίδια.
Μια φορά και εναν καιρό υπήρχε μια παρέα. Η Νατάσα, Ο Μηνάς, Ο Γιώργος που έμενε κάτω από τον Μηνά και η Ρούλα, η κοπέλα του Γιώργου.
Εκαναν παρέα όπως έκαναν όλα τα 17χρονα.
Η Νατάσα μάλιστα συγκινήθηκε όταν η Ρούλα προσφερθηκε να την βοηθήσει να τακτοποιήσει το σπίτι της (έμενε μόνη για λίγο καιρό).
Λίγες εβδομάδες μετά η Νατάσα ειδε την Ρούλα να φοράει ένα κόσμημα που εμοιαζε πολύ με το δικό της. Της έκανε εντύπωση, γιατί ήταν από ελαφαντοτριχα και σχετικά σπάνιο αλλα προσπερασε.
Λίγες μέρες αργότερα πάλι, είδε ενα ασημένιο βραχιόλι στο χερι της φίλης της, και είχε και αυτό την σταμπα στραβά, σαν το δικό της.
Αρχισε να νιώθει περίεργα.
Δεν έβριδκε τα δικά της στο σπίτι αλλα δεν ήταν και πολύ τακτική.
Λϊγες μέρες αργότερα ειδε ενα δαχτυλίδι στο χερι της φίλης της.Εμοιαζε πάρα πολύ με ενα σκουλαρίκι περσικο που ειχε στην κατοχή της. Γύρισε το χερι της φίλης της και είδε οτι ναι, το "δαχτυλίδι" ειχε κρικάκι, εκεί που περνούσε το κούμπωμα του σκουλαρικιού.
Χωρίς περιστροφές της είπε "Με εκλεψες".
Μάταια η άλλη φωναζε ορυωταν, η Νατάσα γύρισε την πλάτη της και εφυγε.
Πέρασαν μέρες.
Το πραγμα μαθεύτηκε αφού η Νατάσα είχε θυμώσει πολύ.
Ομως της εκανε εντύπωση η αντίδραση των τρίτων. Αμφιβολία, οτι δεν μπορεί η Ρουλίτσα να εχει κάνει τετοιο πράγμα.
Η Νατασα δεν ενιωθε ούτε αδικημένη, ούτε εκανε πίσω. Ηξερε την αλήθεια.
Ωσπου ήρθε ο Γιώργος και την ρωτησε ευθέως αν εγινε όντως κατι τετοιο.
Χωρίς πάθος η Νατάσα του ειπε "Ναι."
Ο Γιώργος της ειπε οτι θα χώριζε την Ρούλα.
Το ιδιο βραδυ η Ρούλα ήρθε κλαίγοντας και παρακαλεσε την Νατάσα. Επέμενε στο ψέμα της.
Η Νατασα εβλεπε ξεκάθαρα τώρα οτι η Ρούλα δεν μπορούσε να κάνει πίσω, δεν θα αντεχε να υποστεί την συνέπεια των πραξεών της. Η Νατάσα ήξερε οτι δεν θα ξαναεβλεπε τα χρυσαφικά της, τον βαφτιστικό σταυρό της.
Η Ρούλα έκλαιγε.
Εκεινη την στιγμή η Νατάσα ειχε μια απόφαση να πάρει, όμως δεν το ειδε ετσι.
Ειδε την Ρουλα να κλαίει και να χτυπιέται που θα έχανε τον Γιώργο, είδε να ταπεινώνεται και να επιμένει χαζα σε κάτι που και οι δυο τους ήξεραν οτι ήταν μαλακία και ψέμα.
Και της εδωσε αυτό που ήθελε.
Η Νατάσα δεν δικαιώθηκε στα ματια τρίτων, δεν ξαναπήρε τα χρυσαφικά της.
Επραξε με την καρδιά της.
Δεν συγχωρεσε ποτέ την Ρούλα μεσα της. Δεν της κρατησε κακία, αλλα δεν ξέχασε ποτέ αυτό που έγινε. Από τοτε, η Νατάσα αμα χασει για 3 δευτερόλεπτα το κινητό της πανικοβάλλεται οτι της το έκλεψαν. Η Ρούλα της άφησε τον λεκέ της.
Και περνώντας τα χρόνια η Νατάσα αρχισε να την νοιάζει το αν δικαιωνεται από τρίτους ή οχι.
Γιατί επραττε με την καρδιά της, και την έλεγαν χαζή, θύμα, κορόϊδο.
Θημήθηκα αυτήν την ιστορία σήμερα και θαύμασα. Την ανωτερότητα. Το γεγονός οτι πήρε μια αποφαση που δεν την συνέφερνε, δεν ειχε κανένα όφελος. Που συνειδητά είδε πονο και δεν σκεφτηκε με το Εγω. Ειχε επίλογη να χαρίσει πόνο ή χαρά. Και χαρισε χαρά. Τα χρυσαφικά δεν θα τα έπαιρνε πίσω ετσι κι αλλιως, δεν θα έπαιρνε τίποτα πίσω με το να γίνει τιμωρός.
Θαυμασα που δεν ειχε ανάγκη να πονέσει την αλλη, να ανταποδώσει.
Που ήξερε οτι αυτή δεν ήταν η λύση.
Που προσπέρασε και διαχωρισε τα συμβάντα.
Πως μπορούν οι ανθρωποι να βλέπουν τετοιους ανθρώπους και να τους μαγαρίζουν;
Comments