Γράμμα στην μάνα μου.
Μαμα, σου γράφω εδώ, γιατί αν προσπαθήσω να σου μιλήσω, θα καταλήξω να ακούω τις άμυνες σου, τα ψέματα σου, και θα ανταλλάξουμε κακίες.
Σου γράφω, γιατί 40 χρόνια ειναι πολλές μέρες, πολλές ώρες για να ασκοληθεί κάποιος με κάτι το άρρωστο, το νευρωτικό, το κακό.
Σε θυμάμαι μικρή, πόσο πολύ σε λάτρευα και σε σε πίστευα, σε εμπιστευόμουν. 'Ησουν η καλή και ο μπαμπάς ο κακός. Που με έδερνε, που σου φώναζε που σε έκανε να κλαις. 'Ετρεχα στο δωμάτιο στους καβγάδες σας και μου έλεγες "φύγε, θα θυμώσει αν με υποστηρίζεις" και αναγακαζόμουν να φύγω μην τα κάνω χειρότερα.
Σε έβλεπα να υποφέρεις και ήθελα να σε σώσω. Ενιωθα οτι αν δεν υπήρχα εγώ θα ήσουν ελεύθερη να φύγεις. Μου το είχες πει αλλωστε. Οι γονείς σου δεν "υπήρχαν", το πήρες απόφαση οτι αφού έπρεπε να με μεγαλώσει κάποιος, ας ήταν ο πατέρας μου.Αλλα οτι είσαι καλά, μελετάς και έχεις κάνει παράληλλη ζωή με τα βιβλία σου.
Καταλαβαίνω πολύ καλά τι βλέπουν όλοι γύρω σου, ποιες χορδές τους αγγίζεις. Είσαι μάνα, είσαι 36 κιλα-πάντα ήσουν. Είσαι μορφωμένη και καλλιεργημένη, είσαι γλυκια και ξέρεις να είσαι απίστευτα καλή και αλτρουιστική.
Εγω σε σύγκριση ειμαι απότομη, φωνακλού, θυμωμένη.
Δε με ενδιαφερει να τους κερδίσω, να τους πεισω.
Με ενδιαφερει η ηρεμία μου.
Πότε σταμάτησα να σε λατρεύω;
Οταν άρχισα σιγά σιγα να σκέφτομαι και να βλέπω. Πεινούσα συνέχεια, δεν μαγείρευες. Μου έλεγες να ανοιξω το ψυγείο να πάρω ότι θέλω και οτι δεν έισαι σκλάβα. Μονο που έβρισκα μόνο λαχανικά. Σουτιεν δεν μου πήρες ποτέ και το στήθος μου έπεσε από τα 16 κάτι που με γέμισε θλίψη. Ευτυχώς ήταν έτσι φτιαγμένο που δεν φαινόταν στους άλλους και τόσο, αλλα ε΄γω ξέρω τι κόμπλεξ κουβαλούσα. Με γέμισες ενοχές που πάχυνα στα 13 και μου έδινες βιβλία με δίαιτες πείθοντας με οτι κατι πάνω μου δεν ήταν σωστό. Δεν μου έκοψε ποτέ οτι εσύ έκανες εμετούς για να μενεις αδύνατη. Το έχαψα. Και μαζί και ο μπαμπάς στον χορό. Είχε να με δεί μήνες, και την πρώτη φορά που τον ξανάδα, όταν έτρεξα να τον αγκαλιάσω, στράβωσε την μούρη του και μου είπε¨Πάχυνες".
Αργότερα μετά αοπο χρόνια, θα δικαιολογούσε τις απιστίες του άντρα μου με το ίδιο σκεπτικο.
"Αφού πάχυνες..."
Είναι τυχαίο που πάντα διάλεγα άντρες που γκρίνιαζαν που δεν ήμουν πιο αδύνατη-άσχετα αν με γνώρισαν έτσι;
Σιγά σιγα λίγο λίγο ένιωθα εξαπατημένη. Οποτε έκανες κατι καλό, ήταν γιατί ειχες κάτι να κερδίσεις. Ποτέ δεν μου έδειξες καλοσύνη. Αγάπη.
Ναι με χαιδευες και με φιλούσες μέχρι που σταμάτησα να αντέχω το άγγιγμά σου.
'Ηθελες να έχεις την τελευταία κουβέντα σε όλα και για χρόνια σκοτωνόσουν με τον πατέρα μου. Καποια στιγμή έκανες κόμα μαζί του εναντίον μου. Περίπου την ίδια εποχή που ήθελα να
ανεξαρτητοποιηθώ, να σταματήσω να ακούω πόσο κακός άνθρωπος ήταν-το ήξερα δεν χρειαζομουν άλλο μουρμούρισμα και κλάψα, ήθελα λίγη χαρά ζωής.
Καπου εκεί άρχισα να παρατηρώ οτι μπροστά του δεν έπεφτες ποτέ στο πάτωμα ουρλιάζοντας. Παρατηρούσα οτι ποτέ δεν ήρθες με χαρά να μου δώσεις ένα ρουχο, παρά μου "δάνειζες" τα δικά σου.
Παρατηρούσα οτι μισούσες φίλες μου που σε έβαζαν στην θέση σου όταν της έπαιρνες τηλέφωνο να παραπονεθείς για μένα.
Παρατηρούσα οτι δεν μου άφηνες χώρο να αναπνεύσω και γινόσουν κακιά που τον διεκδικούσα.
Πως να σε σεβαστω; Καμία ευθύνη και όλο αυταρχισμό.
Βρήκες στον πατέρα μου τον τέλειο συνένοχο.
Είχε κι αυτός τα δικά του προβλήματα.
Πόσο να αντεξω;
Ταπείνωσεις από κείνον οταν σε συκγεντρώσεις με αποκαλούσε "πορδή", ξύλο όταν έφερενα αντίρρηση σε κάποιο θέμα (ήμουν ασεβής), με κλέιδωνε έξω από το σπίτι και αρεσκόταν στο να με χτυπάει μπροστά στα αγόρια μου, ακόμα και μεγάλη.
Πόσο να αντέξει καποιος ανάμεσα στην τρέλα σας;
'Εφυγα.
Τρέχοντας.
Αναζήτησα στους φίλους μου, στις αγάπες μου αυτό που φανταζόμουν πώς πρέπει να είναι.
Αυτό που μου είχες πουλήσει τόσο πετυχημένα.
Προσποιόσουν στον εαυτό σου κυρίως την έντιμη και αθελά σου, μου έδωσες αρχές.
Και τήρησα αυτήν την εντιμότητα με νύχια και με δόντια, γιατί φοβόμουν μην βγω υποκρίτρια όπως εσύ.
Ξορκισα όσο μπορούσα το ψέμα από τον εαυτό μου αλλά όχι από τη ζωή μου.
Αναθεωρούσα συνέχει ατον εαυτό μου γιατί η ξεροκεφαλιά σας με είχε τρομάξει. Δεν ήθελα να γίνω ετσι.
Βέβαια μεγαλώνοντας με δυο γονείς που έχουν Παντα δίκιο, άρα εσύ πάντα άδικο, είναι δύσκολο να αποκτήσεις αυτοπεποίθηση.
Γίνεσαι έυκολα θύμα του κάθε μαλάκα, γιατί δεν εμμενεις σταθερή στις απόψεις σου.
Σταθερότητα. Τι είναι αυτό;
Από το ένα σχολείο στο άλλο, από την μία χώρα στην άλλη, αδιαφαρήσατε για τις επιπτώσεις πάνω μου, τις φιλίες μου, το σχολείο μου, την σταθερότητά μου.
Οχι οτι θα με σπουδάζατε, φτιάχνατε το εξοχικό με την δικαιολογία οτι θα μου έμενε. Επρεπε να πάω να δουλέψω για να σπουδάσω, ήταν ξεκαθάρισμένο.
Η αποτυχία μου να παρακολουθήσω τα μαθήματα σας έβγαλε απο τον κόπο.
Μου ζητήσατε ενοικιο όταν ένας; ζωγράφος ήθελε να με εκπαιδεύσει και να μου δώσει γωνίτσα στο Λιντρα Μάριοτ με την εκθεσή του. Δεν θέλατε να γίνω ζωγράφος, μου ζητήσατε χρήματα για ένα μήλο που βρήκα στο ψυγείο. Το τυρί δεν το πλησίαζα, ήταν του μπαμπά και ου έ και αλλοιμονό μου έτσι και το έτρωγα.
Οπως και τα δικά σου πράγματα. Μην τα ακουμπούσα. Ομως εσύ είχες το ελεύθερο στο δωμάτιο μου, στη ζωή μου. Πήρες τον ζωγράφο και του είπες οτι έκανα έκτρωση, έτσι για κουβεντούλα. Πήρες τον Μάρκους τηλέφωνο 4 χρόνια μετα που φύγαμε απο Ολλανδία και τον κάλεσες οταν ειχατε παει εκεί με τον μπαμπά καποια στιγμή και του είπες τα πάντα για μένα, με ποιον είχα πάει, τι ειχα κανει, τι εκτρωσεις μου. Οταν διαμαρτυρήθηκα μου είπες "αφού τα λες".
Δεν καταλάβαινες οτι αλλο εγώ, άλλο εσύ; Η δεν σε ενοιαζε;
Δεν σεβάστηκες ποτέ την υπόστασή μου, τα συναισθήματά μου, την ύπαρξή μου.
Δεν με είδες ποτέ ως ξεχωριστό ον αλλα ως προέκταση, πράγμα, εργαλείο, μαριονέτα.
Αλλά αντιστεκόμουν.
Με φωνές, με καβγάδες.
Εχει πέσει και ξύλο. Τότε που πήγες να με πνίξεις.
Τότε που ήθελες να μην εχω επαφή με τις αδερφές σου.
Για να σε στηρίξω.
Ηθελες παντα να είσι η χαιδεμένη και αν δεν σου έκανε κανεις το χατήρι, λύσσαγες.
Γιατί να εισαι η χαιδεμένη; Τι μου είσαι; Παιδί μου;
Εγώ ήμουν το παιδί. Εγώ αναζητούσα την προστασία σου και το χάδι σου.
οχι τα απωθημένα σου, όχι το δούλεμα της αρκούδας.
'Εγινα μάνα και αναρωτιέμαι πώς μπόρεσες να κανεις τόσα πράγματα.
Βιβλίο ολόκληρο πρέπει να γράψω.
Πως μπορούσες να το κάνεις και σε άλλους;
Πώς αναλαμβανες ευθύνες χωρίς να τις αναλαμβάνεις;
Πώς γίνεται να διάβασες τόσο αβιβλία αυτογνωσίας, να πήγες σε τόσα σεμινάρια προσωπικής ανάπτυξης και να μην άκουγες αυτό που σου έλεγε το παιδι σου από τα 9 του;
"Μόλις γίνω 18 θελω να φύγω από το σπίτι".
Είναι πιο έυκολο να ρίξεις το φταίξιμο αλλου. Οταν χώρισα δικαιώθηκες. Μακάρι να μην έδειχνες τη χαρα σου, αλλα δεν μπορούσες να μου κρυφτείς, η ικανοποιηση εβγαινε από τους πόρους σου.
Με είδες τα τελευταία χρόνια να σερνομαι κυριολεκτικά στα πόδια σου και να σε παρακαλω να με βοηθήσεις. Δεν τα έβγαζα περα με το παιδί. Χρεωμένη μέχρι τα μπούνια, από μετακόμιση σε μετακόμιση, με δάνεια... με κοιταζες ανεκφραστα και άλλαζες θέμα. Η μου έλεγες να μου δώσεις ένα δεκάευρω.
Ακόμα και μια μέρα που με ειδες να πλαντάζω στο κλάμμα και να σου λέω οτι δεν αντέχω να ζω πια... γύρισες την πλάτη σου και έφυγες, και θυμάμαι να σε κοιτάω να απομακρύνεσαι και να αναρωτιέμαι πόσο στεγνή και άκραδη μπορεί να ήσουν.
Οταν αρρωστησε ο μπαμπάς και είδα οτι ειχες βωάλει τα νύχια σου γερά μεσα του, κατάλαβα οτι θα πέθαινε. Σε πίστευε. Φοβόταν τους γιατρούς. Δεν ήθελες να ξοδέψεις αλλα κυρίως δεν ήθελες να αφήσεις άλλον να κάνει κουμάντο. Οποιον γιατρό έφερα τον άβγαλες σκάρτο ή δεν τον άφηνες να κάνει την δουλειά του. Δεν ξερω τι επαθες μικρή και έβγαλες αυτόν τον μηχανισμό. Από τα πολυ λίγα που ξέρω για την οικογένεια σου, ο πατέρας και η μάνα σου ήταν περιπτωσάρες. Και το γέγονός οτι έζησςα μαζί τους καποια καλοκαίρια και δεν τους συμπαθούσα καθόλου δεν ειναι τυχαίο. Πολύ ξύλο. Και άδικο. Και η μάνα σου ίδια εσύ.
Πιστεύεις λοιπον οτι έχοντας τον απόλυτο έλεγχο θα προστατευτείς;
Δεν καταλαβαίνεις οτι μπαινεις στα "λημέρια" του αλλου, οτι εχεις θράσος και δημιουργείς προβλήματα χωρίς λόγο-τα οποια φυσικά χρεωνεται ο άλλος. Και ο επαγγελαμτίας θύμα βρίσκει τροφή να παραπονεθεί.
Λιγο πριν πεθάνει ο μπαμπάς μου είπες να πάω στο εξοχικό. Ενα εξοχικό πυ όλοι μου έλεγαν να παω έτσι κι αλλιως. Σεβόμουν όμως κιας ήμουν σκατά και στα ορια μου. Το κανες από καλωσύνη;
Οχι.
Τα εξοδά του; Είναι στη διαθήκη; Δεν θα μπορείς να πηγαίνεις; Ήθελες να παώ να αναλάβω τα πάντα και να μου κουβαλιέσαι και να "τοχουμε μαζί" όπως τότε με τα ρούχα σου, την ντουλάπα μου, τους φίλους μου;
Μπορεί όλα μαζί.
Δεν σ'αγαπώ.
Νομίζω ουτε τον μπαμπά μπόρεσα να αγαπήσω. Τον λυπήθηκα, τον συγχώρεσα. Προς το τέλος,τον διεκδίκησα. Χρειαζόμουν την αγάπη του για να βγει από μέσα του ό,τι ένιωθα, ήταν για πολλα χρόνια μπλοκαρισμένα ή ατροφικά. Δεν ξέρω.
Πέθανε και δεν νιώθω...αυτά που θαπρεπε να νιώθω.
Για πολύ καιρό ενιωθα αγαπη βαθιά για τους ανθρωπους, τους νοιαζόμουν. Και η απογείωση των συναισθημάτων ήταν με κάθε συντροφό μου. Αυτό το πράγμα μου τελειωσε. Δεν εμπιστεύομαι κανέναν άντρα πια, αναγνωρίζω πολλα σικά σας στοιχεία στους συντρόφους μου.
Δυσκολευτηκα να εκδηλωθω και στο παιδί, ήταν η γέφυρα, η πόρτα επικοινωνίας με τον πρωην άντρα μου, η πύλη απάοπου μπορούσε να μπει η κόλαση στη ζωή μου.
Τα τελευταία χρόνια ένιωσα σαν τσίχλα να με τραβάει ο ένας και ο άλλος όποτε ένιωθαν οτι ειχα την ανάγκη τους.
Το παιδί μεγάλωνε όμως και άρχισα να ελευθερώνομαι, δούλεψα τις φοβίες μου και εκδηλώθηκα.
Τώρα το παιδί μου λεει οτι δεν ξέρει αν μ'αγαπαει.
Μπορει να το εννοει γιατί φωνάζω για τα μαθηματα και ειναι ενθουσιασμένο με την νεά συντροφο του μπαμπά του.
Μπορεί να το λέει γιατι βλέπει εμένα να μην αγαπώ εσένα και εσένα να προσποιείσαι οτι μ'αγαπάς, όπως και καποιος άλλος.
Της μαθαίνω να κοιττάει τις πράξεις και να μην ακούει τα λόγια.
Αυτά τα λόγια που σκορπας με άνεση και με παρουσιαζεις στον κόσμο ως καποια που σε διωχνει, σε βασανίζει, ακομα και σε χτυπάει.
Δεν ξέρω αν είσαι τρελλή σαν τις αδερφές σου, αυτες πήρα τρελόχαρτο, εσύ εφυγες και παντρεύτηκες. Η αδερφές σου ζουνε σε σπίτια χωρίς ρέυμα, χωρίς νερό, κανονικές bag ladies. Εσύ, μια από τα ιδια.
Ο γαμος σου έδωσε μια υπόσταση, ένα σπίτι, μια βάση να κάνεις οτι σου καπνιζε, να τρως οτι ήθελες με λαιμαργία πριν το ξεράσεις, ένα άλλοθι να καταβροχθίζεις οτι ήταν γύρω σου σαν ακρίδα. Μόνο που στο τέλος βγήκες αλογακι της Παναγιας.
Δεν σε θέλω δίπλα μου.
Πονάω για την απουσία της μάνας, γιαόλ οσα ποτε δεν θα νιώσω, δεν θα βιώσω και για όλα τα στραβά μου που καλούμαι να φτιάξω για να μην κάνω τα ίδια λάθη. Η μητρότητα δεν μου ήρθε φυσικά, δεν ήθελα παδιά, είχα μπουχτήσει να εχω την δική σου ευθύνη.
Εζησα για λίγα χρόνια ελεύθερη και τώρα, μετά από χρόνια φυλακής, η πόρτα άνοιξε.
Δεν θα σε αφήσω να με ξαναρουφήξεις.
Ξέρω οτι θα μου κάνεις κακό αν μπορείς και θα το ονομάσεις "μητρότητα".
Θα πεις ψέματα, θα χειραγωγήσεις, κάτι θα κάνεις.
Ο Θεός να μας βοηθήσει και τις δύο αν προσπαθήσεις το παραμικρό.
Γιατί περα από την έλλειψη αγάπης, δεν νιωθω μίσος.
Ομως είμαι οριακά.
Θέλω την μαμά μου δίπλα μου, την έχω ανάγκη. Αυτή που θα παλέψει μαζί μου και θα σκεφτεί συλλογικά, αυτή που θα έπαιρνα να μείνει μαζί μου, θα την φρόντιζα και θα μου κρατουσε και το παιδί. Αυτή που θα έπαιρνε χαρά από μας και μεις από κείνη.
Ομως μου ελαχε μια γερασμενη μπεμπέκα, καπριτσίοζα ως το κόκκαλο, κομπλεξική ψεύτρα.
"Τίμα τους γονείς σου".
Προσπαθώ να μεινω μακριά σου. Προσπαθώ να κρατήσω το παιδί μακριά σου.
Είσαι επικίνδυνη αν έχεις δύναμη.
Με κατηγορείς τοι χρησιμοποιω το παιδί ως μοχλό.
Απλά προσπαθώ να το προστατεύσω. Αλλά κρίνεις εξ ιδίων...
Σε παρακαλω μαμα, αν υπάρχει κάτι το καλό μέσα σ'αυτό το στεγνό κορμί σου, αν υπάρχει ανώτερος εαυτός, ψυχή, κάτι το παγιδευμένο που ακούει έστω ακι αμυδρά, ακου τις προσευχές μου και φύγε.
Φύγε, μόνο δυστυχία φερνουν οι εγωιστές ανθρωποι.
Είναι αργά πια για μένα σε πολλά θέματα, αλλά εχω ακόμα καποια χρόνια με το παιδί μου.
Ασε με να ασχοληθώ με κείνο.
Σε παρακαλω.
Σου γράφω, γιατί 40 χρόνια ειναι πολλές μέρες, πολλές ώρες για να ασκοληθεί κάποιος με κάτι το άρρωστο, το νευρωτικό, το κακό.
Σε θυμάμαι μικρή, πόσο πολύ σε λάτρευα και σε σε πίστευα, σε εμπιστευόμουν. 'Ησουν η καλή και ο μπαμπάς ο κακός. Που με έδερνε, που σου φώναζε που σε έκανε να κλαις. 'Ετρεχα στο δωμάτιο στους καβγάδες σας και μου έλεγες "φύγε, θα θυμώσει αν με υποστηρίζεις" και αναγακαζόμουν να φύγω μην τα κάνω χειρότερα.
Σε έβλεπα να υποφέρεις και ήθελα να σε σώσω. Ενιωθα οτι αν δεν υπήρχα εγώ θα ήσουν ελεύθερη να φύγεις. Μου το είχες πει αλλωστε. Οι γονείς σου δεν "υπήρχαν", το πήρες απόφαση οτι αφού έπρεπε να με μεγαλώσει κάποιος, ας ήταν ο πατέρας μου.Αλλα οτι είσαι καλά, μελετάς και έχεις κάνει παράληλλη ζωή με τα βιβλία σου.
Καταλαβαίνω πολύ καλά τι βλέπουν όλοι γύρω σου, ποιες χορδές τους αγγίζεις. Είσαι μάνα, είσαι 36 κιλα-πάντα ήσουν. Είσαι μορφωμένη και καλλιεργημένη, είσαι γλυκια και ξέρεις να είσαι απίστευτα καλή και αλτρουιστική.
Εγω σε σύγκριση ειμαι απότομη, φωνακλού, θυμωμένη.
Δε με ενδιαφερει να τους κερδίσω, να τους πεισω.
Με ενδιαφερει η ηρεμία μου.
Πότε σταμάτησα να σε λατρεύω;
Οταν άρχισα σιγά σιγα να σκέφτομαι και να βλέπω. Πεινούσα συνέχεια, δεν μαγείρευες. Μου έλεγες να ανοιξω το ψυγείο να πάρω ότι θέλω και οτι δεν έισαι σκλάβα. Μονο που έβρισκα μόνο λαχανικά. Σουτιεν δεν μου πήρες ποτέ και το στήθος μου έπεσε από τα 16 κάτι που με γέμισε θλίψη. Ευτυχώς ήταν έτσι φτιαγμένο που δεν φαινόταν στους άλλους και τόσο, αλλα ε΄γω ξέρω τι κόμπλεξ κουβαλούσα. Με γέμισες ενοχές που πάχυνα στα 13 και μου έδινες βιβλία με δίαιτες πείθοντας με οτι κατι πάνω μου δεν ήταν σωστό. Δεν μου έκοψε ποτέ οτι εσύ έκανες εμετούς για να μενεις αδύνατη. Το έχαψα. Και μαζί και ο μπαμπάς στον χορό. Είχε να με δεί μήνες, και την πρώτη φορά που τον ξανάδα, όταν έτρεξα να τον αγκαλιάσω, στράβωσε την μούρη του και μου είπε¨Πάχυνες".
Αργότερα μετά αοπο χρόνια, θα δικαιολογούσε τις απιστίες του άντρα μου με το ίδιο σκεπτικο.
"Αφού πάχυνες..."
Είναι τυχαίο που πάντα διάλεγα άντρες που γκρίνιαζαν που δεν ήμουν πιο αδύνατη-άσχετα αν με γνώρισαν έτσι;
Σιγά σιγα λίγο λίγο ένιωθα εξαπατημένη. Οποτε έκανες κατι καλό, ήταν γιατί ειχες κάτι να κερδίσεις. Ποτέ δεν μου έδειξες καλοσύνη. Αγάπη.
Ναι με χαιδευες και με φιλούσες μέχρι που σταμάτησα να αντέχω το άγγιγμά σου.
'Ηθελες να έχεις την τελευταία κουβέντα σε όλα και για χρόνια σκοτωνόσουν με τον πατέρα μου. Καποια στιγμή έκανες κόμα μαζί του εναντίον μου. Περίπου την ίδια εποχή που ήθελα να
ανεξαρτητοποιηθώ, να σταματήσω να ακούω πόσο κακός άνθρωπος ήταν-το ήξερα δεν χρειαζομουν άλλο μουρμούρισμα και κλάψα, ήθελα λίγη χαρά ζωής.
Καπου εκεί άρχισα να παρατηρώ οτι μπροστά του δεν έπεφτες ποτέ στο πάτωμα ουρλιάζοντας. Παρατηρούσα οτι ποτέ δεν ήρθες με χαρά να μου δώσεις ένα ρουχο, παρά μου "δάνειζες" τα δικά σου.
Παρατηρούσα οτι μισούσες φίλες μου που σε έβαζαν στην θέση σου όταν της έπαιρνες τηλέφωνο να παραπονεθείς για μένα.
Παρατηρούσα οτι δεν μου άφηνες χώρο να αναπνεύσω και γινόσουν κακιά που τον διεκδικούσα.
Πως να σε σεβαστω; Καμία ευθύνη και όλο αυταρχισμό.
Βρήκες στον πατέρα μου τον τέλειο συνένοχο.
Είχε κι αυτός τα δικά του προβλήματα.
Πόσο να αντεξω;
Ταπείνωσεις από κείνον οταν σε συκγεντρώσεις με αποκαλούσε "πορδή", ξύλο όταν έφερενα αντίρρηση σε κάποιο θέμα (ήμουν ασεβής), με κλέιδωνε έξω από το σπίτι και αρεσκόταν στο να με χτυπάει μπροστά στα αγόρια μου, ακόμα και μεγάλη.
Πόσο να αντέξει καποιος ανάμεσα στην τρέλα σας;
'Εφυγα.
Τρέχοντας.
Αναζήτησα στους φίλους μου, στις αγάπες μου αυτό που φανταζόμουν πώς πρέπει να είναι.
Αυτό που μου είχες πουλήσει τόσο πετυχημένα.
Προσποιόσουν στον εαυτό σου κυρίως την έντιμη και αθελά σου, μου έδωσες αρχές.
Και τήρησα αυτήν την εντιμότητα με νύχια και με δόντια, γιατί φοβόμουν μην βγω υποκρίτρια όπως εσύ.
Ξορκισα όσο μπορούσα το ψέμα από τον εαυτό μου αλλά όχι από τη ζωή μου.
Αναθεωρούσα συνέχει ατον εαυτό μου γιατί η ξεροκεφαλιά σας με είχε τρομάξει. Δεν ήθελα να γίνω ετσι.
Βέβαια μεγαλώνοντας με δυο γονείς που έχουν Παντα δίκιο, άρα εσύ πάντα άδικο, είναι δύσκολο να αποκτήσεις αυτοπεποίθηση.
Γίνεσαι έυκολα θύμα του κάθε μαλάκα, γιατί δεν εμμενεις σταθερή στις απόψεις σου.
Σταθερότητα. Τι είναι αυτό;
Από το ένα σχολείο στο άλλο, από την μία χώρα στην άλλη, αδιαφαρήσατε για τις επιπτώσεις πάνω μου, τις φιλίες μου, το σχολείο μου, την σταθερότητά μου.
Οχι οτι θα με σπουδάζατε, φτιάχνατε το εξοχικό με την δικαιολογία οτι θα μου έμενε. Επρεπε να πάω να δουλέψω για να σπουδάσω, ήταν ξεκαθάρισμένο.
Η αποτυχία μου να παρακολουθήσω τα μαθήματα σας έβγαλε απο τον κόπο.
Μου ζητήσατε ενοικιο όταν ένας; ζωγράφος ήθελε να με εκπαιδεύσει και να μου δώσει γωνίτσα στο Λιντρα Μάριοτ με την εκθεσή του. Δεν θέλατε να γίνω ζωγράφος, μου ζητήσατε χρήματα για ένα μήλο που βρήκα στο ψυγείο. Το τυρί δεν το πλησίαζα, ήταν του μπαμπά και ου έ και αλλοιμονό μου έτσι και το έτρωγα.
Οπως και τα δικά σου πράγματα. Μην τα ακουμπούσα. Ομως εσύ είχες το ελεύθερο στο δωμάτιο μου, στη ζωή μου. Πήρες τον ζωγράφο και του είπες οτι έκανα έκτρωση, έτσι για κουβεντούλα. Πήρες τον Μάρκους τηλέφωνο 4 χρόνια μετα που φύγαμε απο Ολλανδία και τον κάλεσες οταν ειχατε παει εκεί με τον μπαμπά καποια στιγμή και του είπες τα πάντα για μένα, με ποιον είχα πάει, τι ειχα κανει, τι εκτρωσεις μου. Οταν διαμαρτυρήθηκα μου είπες "αφού τα λες".
Δεν καταλάβαινες οτι αλλο εγώ, άλλο εσύ; Η δεν σε ενοιαζε;
Δεν σεβάστηκες ποτέ την υπόστασή μου, τα συναισθήματά μου, την ύπαρξή μου.
Δεν με είδες ποτέ ως ξεχωριστό ον αλλα ως προέκταση, πράγμα, εργαλείο, μαριονέτα.
Αλλά αντιστεκόμουν.
Με φωνές, με καβγάδες.
Εχει πέσει και ξύλο. Τότε που πήγες να με πνίξεις.
Τότε που ήθελες να μην εχω επαφή με τις αδερφές σου.
Για να σε στηρίξω.
Ηθελες παντα να είσι η χαιδεμένη και αν δεν σου έκανε κανεις το χατήρι, λύσσαγες.
Γιατί να εισαι η χαιδεμένη; Τι μου είσαι; Παιδί μου;
Εγώ ήμουν το παιδί. Εγώ αναζητούσα την προστασία σου και το χάδι σου.
οχι τα απωθημένα σου, όχι το δούλεμα της αρκούδας.
'Εγινα μάνα και αναρωτιέμαι πώς μπόρεσες να κανεις τόσα πράγματα.
Βιβλίο ολόκληρο πρέπει να γράψω.
Πως μπορούσες να το κάνεις και σε άλλους;
Πώς αναλαμβανες ευθύνες χωρίς να τις αναλαμβάνεις;
Πώς γίνεται να διάβασες τόσο αβιβλία αυτογνωσίας, να πήγες σε τόσα σεμινάρια προσωπικής ανάπτυξης και να μην άκουγες αυτό που σου έλεγε το παιδι σου από τα 9 του;
"Μόλις γίνω 18 θελω να φύγω από το σπίτι".
Είναι πιο έυκολο να ρίξεις το φταίξιμο αλλου. Οταν χώρισα δικαιώθηκες. Μακάρι να μην έδειχνες τη χαρα σου, αλλα δεν μπορούσες να μου κρυφτείς, η ικανοποιηση εβγαινε από τους πόρους σου.
Με είδες τα τελευταία χρόνια να σερνομαι κυριολεκτικά στα πόδια σου και να σε παρακαλω να με βοηθήσεις. Δεν τα έβγαζα περα με το παιδί. Χρεωμένη μέχρι τα μπούνια, από μετακόμιση σε μετακόμιση, με δάνεια... με κοιταζες ανεκφραστα και άλλαζες θέμα. Η μου έλεγες να μου δώσεις ένα δεκάευρω.
Ακόμα και μια μέρα που με ειδες να πλαντάζω στο κλάμμα και να σου λέω οτι δεν αντέχω να ζω πια... γύρισες την πλάτη σου και έφυγες, και θυμάμαι να σε κοιτάω να απομακρύνεσαι και να αναρωτιέμαι πόσο στεγνή και άκραδη μπορεί να ήσουν.
Οταν αρρωστησε ο μπαμπάς και είδα οτι ειχες βωάλει τα νύχια σου γερά μεσα του, κατάλαβα οτι θα πέθαινε. Σε πίστευε. Φοβόταν τους γιατρούς. Δεν ήθελες να ξοδέψεις αλλα κυρίως δεν ήθελες να αφήσεις άλλον να κάνει κουμάντο. Οποιον γιατρό έφερα τον άβγαλες σκάρτο ή δεν τον άφηνες να κάνει την δουλειά του. Δεν ξερω τι επαθες μικρή και έβγαλες αυτόν τον μηχανισμό. Από τα πολυ λίγα που ξέρω για την οικογένεια σου, ο πατέρας και η μάνα σου ήταν περιπτωσάρες. Και το γέγονός οτι έζησςα μαζί τους καποια καλοκαίρια και δεν τους συμπαθούσα καθόλου δεν ειναι τυχαίο. Πολύ ξύλο. Και άδικο. Και η μάνα σου ίδια εσύ.
Πιστεύεις λοιπον οτι έχοντας τον απόλυτο έλεγχο θα προστατευτείς;
Δεν καταλαβαίνεις οτι μπαινεις στα "λημέρια" του αλλου, οτι εχεις θράσος και δημιουργείς προβλήματα χωρίς λόγο-τα οποια φυσικά χρεωνεται ο άλλος. Και ο επαγγελαμτίας θύμα βρίσκει τροφή να παραπονεθεί.
Λιγο πριν πεθάνει ο μπαμπάς μου είπες να πάω στο εξοχικό. Ενα εξοχικό πυ όλοι μου έλεγαν να παω έτσι κι αλλιως. Σεβόμουν όμως κιας ήμουν σκατά και στα ορια μου. Το κανες από καλωσύνη;
Οχι.
Τα εξοδά του; Είναι στη διαθήκη; Δεν θα μπορείς να πηγαίνεις; Ήθελες να παώ να αναλάβω τα πάντα και να μου κουβαλιέσαι και να "τοχουμε μαζί" όπως τότε με τα ρούχα σου, την ντουλάπα μου, τους φίλους μου;
Μπορεί όλα μαζί.
Δεν σ'αγαπώ.
Νομίζω ουτε τον μπαμπά μπόρεσα να αγαπήσω. Τον λυπήθηκα, τον συγχώρεσα. Προς το τέλος,τον διεκδίκησα. Χρειαζόμουν την αγάπη του για να βγει από μέσα του ό,τι ένιωθα, ήταν για πολλα χρόνια μπλοκαρισμένα ή ατροφικά. Δεν ξέρω.
Πέθανε και δεν νιώθω...αυτά που θαπρεπε να νιώθω.
Για πολύ καιρό ενιωθα αγαπη βαθιά για τους ανθρωπους, τους νοιαζόμουν. Και η απογείωση των συναισθημάτων ήταν με κάθε συντροφό μου. Αυτό το πράγμα μου τελειωσε. Δεν εμπιστεύομαι κανέναν άντρα πια, αναγνωρίζω πολλα σικά σας στοιχεία στους συντρόφους μου.
Δυσκολευτηκα να εκδηλωθω και στο παιδί, ήταν η γέφυρα, η πόρτα επικοινωνίας με τον πρωην άντρα μου, η πύλη απάοπου μπορούσε να μπει η κόλαση στη ζωή μου.
Τα τελευταία χρόνια ένιωσα σαν τσίχλα να με τραβάει ο ένας και ο άλλος όποτε ένιωθαν οτι ειχα την ανάγκη τους.
Το παιδί μεγάλωνε όμως και άρχισα να ελευθερώνομαι, δούλεψα τις φοβίες μου και εκδηλώθηκα.
Τώρα το παιδί μου λεει οτι δεν ξέρει αν μ'αγαπαει.
Μπορει να το εννοει γιατί φωνάζω για τα μαθηματα και ειναι ενθουσιασμένο με την νεά συντροφο του μπαμπά του.
Μπορεί να το λέει γιατι βλέπει εμένα να μην αγαπώ εσένα και εσένα να προσποιείσαι οτι μ'αγαπάς, όπως και καποιος άλλος.
Της μαθαίνω να κοιττάει τις πράξεις και να μην ακούει τα λόγια.
Αυτά τα λόγια που σκορπας με άνεση και με παρουσιαζεις στον κόσμο ως καποια που σε διωχνει, σε βασανίζει, ακομα και σε χτυπάει.
Δεν ξέρω αν είσαι τρελλή σαν τις αδερφές σου, αυτες πήρα τρελόχαρτο, εσύ εφυγες και παντρεύτηκες. Η αδερφές σου ζουνε σε σπίτια χωρίς ρέυμα, χωρίς νερό, κανονικές bag ladies. Εσύ, μια από τα ιδια.
Ο γαμος σου έδωσε μια υπόσταση, ένα σπίτι, μια βάση να κάνεις οτι σου καπνιζε, να τρως οτι ήθελες με λαιμαργία πριν το ξεράσεις, ένα άλλοθι να καταβροχθίζεις οτι ήταν γύρω σου σαν ακρίδα. Μόνο που στο τέλος βγήκες αλογακι της Παναγιας.
Δεν σε θέλω δίπλα μου.
Πονάω για την απουσία της μάνας, γιαόλ οσα ποτε δεν θα νιώσω, δεν θα βιώσω και για όλα τα στραβά μου που καλούμαι να φτιάξω για να μην κάνω τα ίδια λάθη. Η μητρότητα δεν μου ήρθε φυσικά, δεν ήθελα παδιά, είχα μπουχτήσει να εχω την δική σου ευθύνη.
Εζησα για λίγα χρόνια ελεύθερη και τώρα, μετά από χρόνια φυλακής, η πόρτα άνοιξε.
Δεν θα σε αφήσω να με ξαναρουφήξεις.
Ξέρω οτι θα μου κάνεις κακό αν μπορείς και θα το ονομάσεις "μητρότητα".
Θα πεις ψέματα, θα χειραγωγήσεις, κάτι θα κάνεις.
Ο Θεός να μας βοηθήσει και τις δύο αν προσπαθήσεις το παραμικρό.
Γιατί περα από την έλλειψη αγάπης, δεν νιωθω μίσος.
Ομως είμαι οριακά.
Θέλω την μαμά μου δίπλα μου, την έχω ανάγκη. Αυτή που θα παλέψει μαζί μου και θα σκεφτεί συλλογικά, αυτή που θα έπαιρνα να μείνει μαζί μου, θα την φρόντιζα και θα μου κρατουσε και το παιδί. Αυτή που θα έπαιρνε χαρά από μας και μεις από κείνη.
Ομως μου ελαχε μια γερασμενη μπεμπέκα, καπριτσίοζα ως το κόκκαλο, κομπλεξική ψεύτρα.
"Τίμα τους γονείς σου".
Προσπαθώ να μεινω μακριά σου. Προσπαθώ να κρατήσω το παιδί μακριά σου.
Είσαι επικίνδυνη αν έχεις δύναμη.
Με κατηγορείς τοι χρησιμοποιω το παιδί ως μοχλό.
Απλά προσπαθώ να το προστατεύσω. Αλλά κρίνεις εξ ιδίων...
Σε παρακαλω μαμα, αν υπάρχει κάτι το καλό μέσα σ'αυτό το στεγνό κορμί σου, αν υπάρχει ανώτερος εαυτός, ψυχή, κάτι το παγιδευμένο που ακούει έστω ακι αμυδρά, ακου τις προσευχές μου και φύγε.
Φύγε, μόνο δυστυχία φερνουν οι εγωιστές ανθρωποι.
Είναι αργά πια για μένα σε πολλά θέματα, αλλά εχω ακόμα καποια χρόνια με το παιδί μου.
Ασε με να ασχοληθώ με κείνο.
Σε παρακαλω.
Comments
αυτή η σχέση, παρότι είναι σχέση αίματος, σε απομυζεί ψυχικά και σου απορροφά την ενέργεια που κανονικά θα έπρεπε να στρέφεις αλλού.
το καλύτερο που θα πρότεινα είναι να απομακρυνθείς και αν θέλεις να την επαναπροσεγγίσεις σε κάποια στιγμή που θα νιώθεις πιο δυνατή.
μην την αφήνεις να σε περιορίζει. πάρε το δικαίωμά σου να είσαι ευτυχισμένη, κάντο σημαία και τρίψτο της στα μούτρα στην τελική. πού ξέρεις, ίσως κάποια στιγμή αγκαλιάζει κι αυτή το δικό της δικαίωμα στην ευτυχία.
όλος αυτός ο παλιμπαιδισμός, υστερίες κτλ που περιγράφεις μου κάνει σε τεράστια μοναξιά και δυστυχία, σαν να απαιτεί από τους άλλους να της δώσουν αυτό το δικαίωμα, αλλά δεν έχει καταλάβει ακόμα ότι μπορεί να απλώσει το χέρι της και να το πάρει. π.χ. πες πως δεν ήταν ευτυχισμένη που σε είχε σα βάρος να σε μεγαλώνει... ξέρεις ότι όλα αυτά είναι μπουρδικές φαντασιώσεις μαρτυρικής καρτερίας εκ μέρους της... είμαστε δυτυχισμένοι όσο είμαστε πεισμένοι ότι αυτό αξίζουμε στην τελική. όταν αποφασίσουμε, δούμε ότι δεν χρειάζεται να κάνουμε τον ταπεινό, καταφρονεμένο σε κανένα, μπορούμε να αγκαλιάσουμε την ευτυχία. και αναγνωρίζουμε αυτό το δικαίωμα και στους άλλους. και σταματάμε να ζηλεύουμε.
ουφ σόρυ, δεν ξέρω αν μπορώ να το βάλω σε λιγότερα λόγια με περισσότερο νόημα.
πάντως με έχεις βάλει σε εκέψεις αυτές τις μέρες με τα ποστ σου, και χαίρομαι με τα νέα σου. it's like a breakthrough.
makia
Μακρυά της Λίλη!
Μακρυά της απόδω κι εμπρός!
Είσαι μόνο 40 χρονών, έχεις τόσον καιρό μπροστά σου!
με συγκλονισε και ταυτοχρονα με βοηθησε σε μια εργασια μου αυτο το κειμενο!
Ειμαι πολυ μικρος για το ιντερνετ το καταλαβενω!
Ειμαι μονο 12 χρονων!
Οι γονεις μου κανουν σχεδον τα ιδια!
μονο η μαμα μου ειναι πιο καλη!
και παντα με υποστηριζει οπως και η αγαπημενη μου αδερφη