Το βράδυ της Τρίτης....
Διαβάζω ένα κάρο ανακρίβειες στο διαδύκτιο για το θάνατο του ανθρώπου που έβλεπα σε βδομαδιαία βάση εδω και 4 χρόνια και που πρόσφατα μου έδωσε δουλειά. Κάτι ανακρίβειες απιστευτες και μάλιστα από "εγκυρους" δημοσιογράφους. Ο,τι ναναι.
Το βράδυ που χτυπήθηκε ημουν εκεί. Πριν μάθω ότι πέθανε μια μόλις ώρα αργότερα, πηγα σπίτι έβγαλα τα ρούχα μου και έγραψα το ποστ με την μέρα μου, κάτω ακόμα από την ένταση. Μετά χτύπησε το τηλέφωνο.
Πέθανε.
Απότομα απροσμενα.
Νομιζα οτι μου έκαναν πλακα.
Αφου του μίλησα και πηγε στο τμήμα!
Κατέβασα το ποστ, it was not about me anymore και το πως εγώ το βίωσα ή αν έσπασε το γαμωδοντο ή τις σκέψεις μου.
Δεν το έσβησα, ειναι ενα ημερολόγιο άλλωστε. Απλά το έκρυψα, απο σεβασμό.
Μου σφύριξαν σήμερα οτι γραφτηκε ο θάνατός του στο Τύπο του ίντερνετ και απόρησα. Τι ενδιαφερει ο θάνατος ενος ανθρωπου, γιατί διαφέρει από τους τόσους; Τι ήταν αυτό που τον έκανε να "πουλάει"; Και είδα.
Δεν ξέρω αν ήταν παντρεμένος με την Κανελλίδου, ούτε ήξερα οτι αυτό το γεγονός-αν αληθέυει, εγώ για άλλη ξέρω- θα ήταν η αιτία να ασχοληθούν μαζί του οι φυλλάδες.
Δεν ειδα λοιπον διασημότητες, ίσως γιατι δεν έψαχνα κιόλας. Είδα όμως την τελευταία του γυναίκα, τους συνεργάτες του, την κουνιάδα του...κόσμο να κλαίει.
Γιατί μπορεί να ήταν ιδιότροπος και ξερό κεφάλι ώρες ώρες, αλλά ήταν σαν ενα μεγάλο υπερφυσικό παιδί που πάθαινε tantrums...που ενθουσιαζόταν, που γελούσε, και σπανίως μιζεριαζε. Που είχε γύρω του ανθρώπους που σαφέστατα έμειναν κοντά του από επιλογή.
Τουλάχιστον, αυτήν την εικόνα εχω εγω.
Δεν γουσταρω τα κλισε και τους λυρισμούς-είναι γνωστό πια- αλλα θα το πω. Μακάρι να μπορούσαμε να σου παιξουμε Dean Martin σήμερα, έτσι, για να ξέρεις οτι σε σκεφτήκαμε, όχι μόνο όσους αφησες πίσω σου.
Ούτε μας νοιάζει ποια ειχες παντρευτεί.
Τι βραδιά κι αυτή
Ξεκινάμε με τη δουλειά.
Τη βραδινή.
Παραιτήθηκε ο υπεύθυνος.
Μετα ήρθε ένα ψομωμένος,κλείστηκε με το αφεντικό στο γραφείο. Μπήκα καποια στιγμή να βάλω κάτι στο μπουφάν μου και ένιωσα βαρύ το κλίμα.
'Εφυγα με ελαφρά πηδηματάκια και μετα από λίγο άκουσαμε δύο γδούπους, είδαμε την πόρτα του γραφείου να κουνιέται και τον "βουνό" να φεύγει. Τσατισμένος.
Μπήκε στο γραφείο μια κοπέλα και άρχισε να φωναζει.
Οι σκέψεις που σου περνανε εκείνη τη στιγμή ειναι "τον φάγανε. Ο τύπος έχει εμάς μάρτυρες, θα επιστρέψει, πέσε κάτω, κρύψου."
Και αυτό έκανα.
Έπεσα κάτω και έδωσα το τηλέφωνο να ειδοποιήσουν την αστυνομία.
Τελικα τον χτύπησε με τις γροθιές του.
Σηκώθηκε, περπάτησε, μίλησε με τους αστυνομικούς και ξεκίνησαν για το νοσοκομείο.
Το μπουφάν μου κρεμασμένο στο γραφείο ήταν γεμάτο αίματα.
Πήρα χαρτι και αρχισα να το καθαρίζω, ειδοποίησα οτι θα είμαι στη καφετέρια έξω και περίμενα. Να δω αν θα ανοίξουμε τελικά.
Ο τύπος δεν θα γυρνούσε σήμερα - αν είναι προστασία.
Αυριο όμως;
Αποφάσισα να μην το σκεφτώ σήμερα, το τι θα κάνω.
Βγήκα έξω και εκεί που μιλούσα με καποια παιδια που ειχαν έρθει να διασκεδάσουν, κλακ, ένιωσα το δοντι μου να σπάει.
Ναι αυτό με την απονέυρωση που με παιδευε απο τοτε.
Ολόκληρο κομμάτι.
Δεν ξέρω αν σωζεται το δόντι μου, δεν ξερω καν αν πρέπει να το κρατησω. Αν θα μου φύγει το σφράγισμα μες τη νύχτα, αν θα πονέσω.
Πήρα τον οδοντιατρο ο οποιος με ξέχεσε που τον πήρα τέτοια ώρα...
(23:00)
Και όπως γυρνούσα σπίτι με το κομμάτι το δόντι να κρέμεται σαν καμπάνα, είδα 3 ασθενοφόρα να τρεχουν στη Βασιλής Σοφίας, την Αλεξάνδρα και την Μιχαλακοπούλου, με διαφορά κάμποσα λεπτά μεταξύ τους.
Και ένα μπλοκο στη πανόρμου και Αλεξάνδρας.
Νόμιζα οτι μέρες σαν και αυτήν δεν συνέβαιναν συχνά.
ΥΓ
Δεν πρόλαβα να ανεβασω το ποστ και με πήραν να πάω να δώσω κατάθεση στο μαγαζί.
Το αφεντικό, μεγάλης ηλικιας, δεν τα κατάφερε.
Σοκ.
Πήρα το τμήμα και ζήτησα να παω απο κει αντί για το μαγαζί-δεν μου κανε καρδιά, μου ειπαν οτι έπρεπε να παω στο μαγαζι είναι θεμα Ασφάλειας, όχι τμήματος. Ξαναντύθηκα στον δρομο πήρα τηλεφωνο μια απο τις κοπελες και τελικα... πήγαιναν στο τμήμα.
Τι καταθεση να δώσω που τον τύπο δεν τον θυμόμουν στην φάτσα καν, παρα μόνο ειχα κολλήσει στα μπρατσα του (ήταν πελώριος).
Ξεκινάω να δίνω κατάθεση, λέω οτι του έδωσαν ενα ποτο και μου ζήτησε το αφεντικό (το οποιο έλειπε). είπα και την φάση του γραφείου, με ρωτάνε αν τον έχω ξαναδεί.
Δεν είχε τύχει, άλλωστε δούλευα εκεί μόνο 2 μέρες την εβδομάδα εδώ και κανενα μήνα. Μου δειχνουν φωτογραφία.
Του μοιαζει, αλλά ειναι πιο μικροκαμωμένος και είναι αξύριστος.
Λέω οτι του μοιαζει αλλα δεν ειμαι 100% σίγουρη.
Και δεν ειναι ψεμα, δεν τον πρόσεξα.
Δεν έιχα λόγο να τον προσέξω. Και οταν εφευγε ήμουν πίσω και έγραφα κάτι τηλέφωνα, τον ειδα πολύ φευγαλέα.
Ο αξιωματικός ψιλοενοχλείται, κάτι λέει για χάσιμο χρονου, του επισημαίνω οτι ήρθα επειδη μου ζητήθηκε και οτι συμφωνώ, οτι δεν χρειαζόμουν.
Μου λεει οτι είπε να έρθουν μόνο όσοι είδαν κάτι.
Κάτι που δεν μου διευκρινίστηκε.
Είπαν να πάμε, πήγα. Γιατί τωρα μου ζητάει ευθύνες;
Τεσπα βλακείες.
Έχω σκέψεις του στυλ, ξυπνας το πρωι και δεν ξερεις ότι ειναι η μέρα που θα πεθάνεις, οπως και δεν ξέρεις πώς θα πεθάνεις. Αγοραζεις εφημερίδα, πας στη δουλεια σου και σε δέκα λεπτά δεν θα υπάρχεις.
Σκέφτομαι ότι τυπος που τον χτύπησε δεν πρέπει να ήθελε να τον σκοτώσει, δεν θα το εκανε με τόσους μάρτυρες, νομίζω οτι αν είναι καποιος που είναι μες τη νύχτα, ή στις "πόρτες" και ζει από το σώμα του, μάλλον, ίσως έπαιρνε αναβολικα και αν ισχύει αυτό, ειναι γνωστό το (ste) roid rage.
Κι εγω ειμαι ακόμα κάτω από το σοκ, γιατί δεν νιώθω. Μπορώ μόνο να σκεφτώ.
Αυτά που γράφω.
Και το παιδάκι στο οποίο θα πούν απόψε οτι πέθανε ο μπαμπάς του.
Το βράδυ που χτυπήθηκε ημουν εκεί. Πριν μάθω ότι πέθανε μια μόλις ώρα αργότερα, πηγα σπίτι έβγαλα τα ρούχα μου και έγραψα το ποστ με την μέρα μου, κάτω ακόμα από την ένταση. Μετά χτύπησε το τηλέφωνο.
Πέθανε.
Απότομα απροσμενα.
Νομιζα οτι μου έκαναν πλακα.
Αφου του μίλησα και πηγε στο τμήμα!
Κατέβασα το ποστ, it was not about me anymore και το πως εγώ το βίωσα ή αν έσπασε το γαμωδοντο ή τις σκέψεις μου.
Δεν το έσβησα, ειναι ενα ημερολόγιο άλλωστε. Απλά το έκρυψα, απο σεβασμό.
Μου σφύριξαν σήμερα οτι γραφτηκε ο θάνατός του στο Τύπο του ίντερνετ και απόρησα. Τι ενδιαφερει ο θάνατος ενος ανθρωπου, γιατί διαφέρει από τους τόσους; Τι ήταν αυτό που τον έκανε να "πουλάει"; Και είδα.
Δεν ξέρω αν ήταν παντρεμένος με την Κανελλίδου, ούτε ήξερα οτι αυτό το γεγονός-αν αληθέυει, εγώ για άλλη ξέρω- θα ήταν η αιτία να ασχοληθούν μαζί του οι φυλλάδες.
Δεν ειδα λοιπον διασημότητες, ίσως γιατι δεν έψαχνα κιόλας. Είδα όμως την τελευταία του γυναίκα, τους συνεργάτες του, την κουνιάδα του...κόσμο να κλαίει.
Γιατί μπορεί να ήταν ιδιότροπος και ξερό κεφάλι ώρες ώρες, αλλά ήταν σαν ενα μεγάλο υπερφυσικό παιδί που πάθαινε tantrums...που ενθουσιαζόταν, που γελούσε, και σπανίως μιζεριαζε. Που είχε γύρω του ανθρώπους που σαφέστατα έμειναν κοντά του από επιλογή.
Τουλάχιστον, αυτήν την εικόνα εχω εγω.
Δεν γουσταρω τα κλισε και τους λυρισμούς-είναι γνωστό πια- αλλα θα το πω. Μακάρι να μπορούσαμε να σου παιξουμε Dean Martin σήμερα, έτσι, για να ξέρεις οτι σε σκεφτήκαμε, όχι μόνο όσους αφησες πίσω σου.
Ούτε μας νοιάζει ποια ειχες παντρευτεί.
Τι βραδιά κι αυτή
Ξεκινάμε με τη δουλειά.
Τη βραδινή.
Παραιτήθηκε ο υπεύθυνος.
Μετα ήρθε ένα ψομωμένος,κλείστηκε με το αφεντικό στο γραφείο. Μπήκα καποια στιγμή να βάλω κάτι στο μπουφάν μου και ένιωσα βαρύ το κλίμα.
'Εφυγα με ελαφρά πηδηματάκια και μετα από λίγο άκουσαμε δύο γδούπους, είδαμε την πόρτα του γραφείου να κουνιέται και τον "βουνό" να φεύγει. Τσατισμένος.
Μπήκε στο γραφείο μια κοπέλα και άρχισε να φωναζει.
Οι σκέψεις που σου περνανε εκείνη τη στιγμή ειναι "τον φάγανε. Ο τύπος έχει εμάς μάρτυρες, θα επιστρέψει, πέσε κάτω, κρύψου."
Και αυτό έκανα.
Έπεσα κάτω και έδωσα το τηλέφωνο να ειδοποιήσουν την αστυνομία.
Τελικα τον χτύπησε με τις γροθιές του.
Σηκώθηκε, περπάτησε, μίλησε με τους αστυνομικούς και ξεκίνησαν για το νοσοκομείο.
Το μπουφάν μου κρεμασμένο στο γραφείο ήταν γεμάτο αίματα.
Πήρα χαρτι και αρχισα να το καθαρίζω, ειδοποίησα οτι θα είμαι στη καφετέρια έξω και περίμενα. Να δω αν θα ανοίξουμε τελικά.
Ο τύπος δεν θα γυρνούσε σήμερα - αν είναι προστασία.
Αυριο όμως;
Αποφάσισα να μην το σκεφτώ σήμερα, το τι θα κάνω.
Βγήκα έξω και εκεί που μιλούσα με καποια παιδια που ειχαν έρθει να διασκεδάσουν, κλακ, ένιωσα το δοντι μου να σπάει.
Ναι αυτό με την απονέυρωση που με παιδευε απο τοτε.
Ολόκληρο κομμάτι.
Δεν ξέρω αν σωζεται το δόντι μου, δεν ξερω καν αν πρέπει να το κρατησω. Αν θα μου φύγει το σφράγισμα μες τη νύχτα, αν θα πονέσω.
Πήρα τον οδοντιατρο ο οποιος με ξέχεσε που τον πήρα τέτοια ώρα...
(23:00)
Και όπως γυρνούσα σπίτι με το κομμάτι το δόντι να κρέμεται σαν καμπάνα, είδα 3 ασθενοφόρα να τρεχουν στη Βασιλής Σοφίας, την Αλεξάνδρα και την Μιχαλακοπούλου, με διαφορά κάμποσα λεπτά μεταξύ τους.
Και ένα μπλοκο στη πανόρμου και Αλεξάνδρας.
Νόμιζα οτι μέρες σαν και αυτήν δεν συνέβαιναν συχνά.
ΥΓ
Δεν πρόλαβα να ανεβασω το ποστ και με πήραν να πάω να δώσω κατάθεση στο μαγαζί.
Το αφεντικό, μεγάλης ηλικιας, δεν τα κατάφερε.
Σοκ.
Πήρα το τμήμα και ζήτησα να παω απο κει αντί για το μαγαζί-δεν μου κανε καρδιά, μου ειπαν οτι έπρεπε να παω στο μαγαζι είναι θεμα Ασφάλειας, όχι τμήματος. Ξαναντύθηκα στον δρομο πήρα τηλεφωνο μια απο τις κοπελες και τελικα... πήγαιναν στο τμήμα.
Τι καταθεση να δώσω που τον τύπο δεν τον θυμόμουν στην φάτσα καν, παρα μόνο ειχα κολλήσει στα μπρατσα του (ήταν πελώριος).
Ξεκινάω να δίνω κατάθεση, λέω οτι του έδωσαν ενα ποτο και μου ζήτησε το αφεντικό (το οποιο έλειπε). είπα και την φάση του γραφείου, με ρωτάνε αν τον έχω ξαναδεί.
Δεν είχε τύχει, άλλωστε δούλευα εκεί μόνο 2 μέρες την εβδομάδα εδώ και κανενα μήνα. Μου δειχνουν φωτογραφία.
Του μοιαζει, αλλά ειναι πιο μικροκαμωμένος και είναι αξύριστος.
Λέω οτι του μοιαζει αλλα δεν ειμαι 100% σίγουρη.
Και δεν ειναι ψεμα, δεν τον πρόσεξα.
Δεν έιχα λόγο να τον προσέξω. Και οταν εφευγε ήμουν πίσω και έγραφα κάτι τηλέφωνα, τον ειδα πολύ φευγαλέα.
Ο αξιωματικός ψιλοενοχλείται, κάτι λέει για χάσιμο χρονου, του επισημαίνω οτι ήρθα επειδη μου ζητήθηκε και οτι συμφωνώ, οτι δεν χρειαζόμουν.
Μου λεει οτι είπε να έρθουν μόνο όσοι είδαν κάτι.
Κάτι που δεν μου διευκρινίστηκε.
Είπαν να πάμε, πήγα. Γιατί τωρα μου ζητάει ευθύνες;
Τεσπα βλακείες.
Έχω σκέψεις του στυλ, ξυπνας το πρωι και δεν ξερεις ότι ειναι η μέρα που θα πεθάνεις, οπως και δεν ξέρεις πώς θα πεθάνεις. Αγοραζεις εφημερίδα, πας στη δουλεια σου και σε δέκα λεπτά δεν θα υπάρχεις.
Σκέφτομαι ότι τυπος που τον χτύπησε δεν πρέπει να ήθελε να τον σκοτώσει, δεν θα το εκανε με τόσους μάρτυρες, νομίζω οτι αν είναι καποιος που είναι μες τη νύχτα, ή στις "πόρτες" και ζει από το σώμα του, μάλλον, ίσως έπαιρνε αναβολικα και αν ισχύει αυτό, ειναι γνωστό το (ste) roid rage.
Κι εγω ειμαι ακόμα κάτω από το σοκ, γιατί δεν νιώθω. Μπορώ μόνο να σκεφτώ.
Αυτά που γράφω.
Και το παιδάκι στο οποίο θα πούν απόψε οτι πέθανε ο μπαμπάς του.
Comments