Σκεψεις σκόρπιες

Αυτές τις μέρες περνάω περίοδο "τρυφερότητας" απέναντι στην μάνα μου. Θυμάμαι τα καλά της.
Ξέρω οτι ειναι ανθρωπος που σε λίωνει μέχρι να περάσει το δικό της, και μπορεί να αναγκάστηκα από πολύ μικρή να φωνάζω για να ακουστώ, ή να της λέω ψέμματα για να μπορέσω να επιβιώσω, αλλα ποτέ δεν θα έλεγα οτι εχει κακή πρόθεση.
Μπορεί να ειχε το φαγητό "της" στο ψυγείο (χόρτα κυρίως), ο μπαμπάς το δικό "του" (συνήθως ψωμί και τυρί και αλλοιμονό μου έτσι και του έτρωγα ενα κομμάτι), αφηνοντας με νηστική ή με τρύπια παπούτσια, αλλά όταν επρόκειτο για την "υγεία" μου, δεν κοιτούσε τα έξοδα.
Ετσι μου πήρε ψυγειάκι όταν μετακόμισα στην γκαρσονιέρα μου και είχα φύγει από την δουλειά μου επειδή δεν με πλήρωναν.
Είδε τα κουτια με τις πίτσες, της είπα με έμφαση οτι δεν μπορώ να αγοράσω φρούτα και σαλάτες γιατί χαλάνε και τσουπ.
Μπορεί να ίδρωσα, αλλα με βοήθησε.
Οπως με βοήθησε δινοντάς μου 300 χιλιάρικα να ανοιξω το τατουατζίδικο. Αναγκάστηκα βέβαια να υποσχεθώ ενα κάρο πράγματα (φοβίες της) και όταν μου ξέφυγε από καρδιάς οιτ δεν θέλω αν εξαρτάμαι από τον άντρα μου, πάτησα χορδή.
Δεν μπορώ να πω οτι δεν με βοήθησε.
Δεν είναι αυτό το πρόβλημά μου άλλωστε. Είναι η μη σταθερότητα της και το τίμημα που με βάζει να πληρώσω- και το οποιο αρνουμαι, τελικά.
Δεν σου δίνει περιθώριο να νιώσεις ευγνωμοσύνη, να δώσεις, να χαρείς. Πρέπει να γίνουν όλα όπως ορίζει εκείνη αλλιώς σε πολεμά. Σε γεμίζει ενοχές ή γίνεται επιθετική. Και αυτό το κάνει με αγνωστους, με το παιδί της ειναι ακόμα χειρότερο.

Νομίζω οτι το θέμα του ελέγχου ειναι πολύ μεγάλο μέσα της. Απ αυτό πέθανε ο μπαμπάς. ( και την ξεροκεφαλιά του). Δεν άντεχε να δώσει τον έλεγχο σε κάποιον άλλον, ακόμα και αν ήταν γιατρός.

Δεν ξέρω τι έπαθαν αυτά τα 3 κορίτσια, η μαμά μου και οι θείες μου. Δεν ξέρω τι φταίει και βγήκαν έτσι.
Η γιαγιά μου, θυμάμαι όταν ερχόταν η μεγάλη της κόρη, γινόταν αρνητική. Μικρό παιδί την ειδα να ψαχουλεύει να φάει στο ντουλάπι οταν ήρθε για επίσκεψη και είπα αυτό πυ ειχα ακούσει τοσες φορές να λέγεται πίσω από την πλάτη της.
"Δεν έχεις σπίτι σου να φας;"
Η θεία μου αυτή πλήρωσε πολλά. Ηταν σαν μιγάς, ενιωθε άσχημη, παραπεταμένη. Η άλλη ήταν το χαιδεμένο, το αντιδραστικό. Και οι δυο με τρελλόχαρτο.
Η μάνα μου στην μέση, το "καλό κορίτσι". Αυτή που παντρέυτηκε. Η μόνη που παντρεύτηκε. Αυτή που το έβαλε στα ποδια, χιλιόμετρα μακριά.
Για να μην την ξαναταίσει ο μπαμπάς της τα παπάκια που μεγάλωνε.
Για να κλείσει τ αυτιά της και το μυαλό της στα ψέματα(;) της θείας που έλεγε οτι ο παππούς την είχε φιλήσει στον ύπνο της, του ("κατα λάθος την πέρασε για την μητέρα μας").
Για να επιβιώσει ξεφουρνίζοντας ένα παιδί που γάντζωσε τον μικρότερο σύζυγο. Εναν σύζυγο που μισούσε τις γυναίκες αλλα λάτρευε την "παρθένα", την αμεμπτη, την άσπιλη, την αδύνατη σαν κοριτσάκι που ήθελε την προστασία του. Που τον έκανε να νιώθει άντρα, αυτόν τον ντροπιασμένο, τον αναπηρο με το χερι σαν φτερουγίτσα.
Τον αγάπησε ποτέ;
Μπορεί.
Εκείνος; Με τον τρόπο του.
Οπως αγάπησε και μένα με τον τρόπο του. Φωνάζοντάς μου ενώ με τους άλλους ήταν μειλίχιος και γοητευτικός. Εκείνοι δεν ήταν η αλλυσίδα που έκοψε τα νιάτα του, το βάρος στους ώμους του.
Δεν ήταν κακός ο πατέρας μου, ούτε η μάνα μου.
Εκείνη προσπαθεί να επιβιώσει και βρίσκει καποιον βίαιο, γυναικά (δεν θα άντεχα κάποιον βαρετό μου ειχε πει κάποτε), που τον κοντράρει, τον ελέγχει και τον κάνει άιτιο της δυστυχίας της ριζώνοντας στον ρόλο του θύματος.
Εκείνος βρήκε αξία στην σχέση αυτή, σημασία, οτι ειναι καποιος. Παπαγαλίζει οτι του λέει περι διατροφής σε σημείο μερικές φορες δημοσίως να την διακόπτει και να της λέει τοι τα ξέρει καλύτερα.
Βρήκαν τις ισσοροπίες τους στο τέλος. Πήγαιναν βόλτες, πήγαιναν για καφέ. Οπως βλέπουμε τα γεροντια προς παραδειγματισμό.
Μόνο αγκάθι, εγώ.
Η θυμωμένη, η προβληματική, η φερουσα εντάσεις.
Ισως γιατι εγώ δεν ήμουν τυφλή, ίσως γιατί ήταν πολύ νωρίς να σκύψω το κεφάλι, ή πολύ αργά πια είχα μπουχτήσει.
Ισως γιατί αφού λυπήθηκα και έκλαψα για το κακό που τους ειχε βρει πριν γεννηθώ, κουράστηκα να ορίζω την ζωή μου και να νιώθω ενοχές για πράγματα που έκαναν άλλοι πριν από μενα.
Δεν ήμουν η θεία μου, δεν ημουν παρα μόνο ενα παιδί που προσπαθούσε να βρει την θέση του εκεί μέσα, πέρα από πειραματόζωο, βαλίτσα και εξομολογητής.
Είχα δικαιώματα και έπρεπε να πολεμήσω με νύχια και με δόντια για να τα διεκδικήσω.
Το δικαίωμα στους φίλους. Χωρίς να χώνεται η μητέρα μου και να προσπαθεί να γινει δική τους.
Το δικαίωμα στις σχέσεις, χωρίς η μητέρα μου να τους λέει να μην με παρατήσου ή τι έχω κάνει πριν τους γνωρίσω.
Το δικαίωμα στην εκπάιδευση, στην ασφάλεια, στην σταθερότητα.
Το δικαίωμα στο φαγητό, στον ρουχισμό, και στην αξιοπρέπεια.
Το δικαίωμα στην αγάπη.

Επιασα το μελό ε;
Υπομονή, συνήθως είμαι μες τα νεύρα, φάση ειναι, θα περάσει.

Comments