Βαρέθηκα

Η μητέρα μου στο τηλέφωνο αρχισε να μου περιγράφει πόσο δύσκολο είναι να τον καθαρίζει, οτι ο πατερας μου παιρνει κρυφα να φάει τυρόπιτες τους γείτονες και μετα΄υποφέρει και δεν σταμάτησε να κλάιγεται στο τηλέφωνο.

"Δεν θα τον στειλεις στο νοσοκομείο τώρα" της λέω. 'Οταν είχε ελπίδες, τον κράτησες, τώρα που θα πεθάνει, θα πεθάνει σπίτι του, όχι εκει που φοβάται"
Την βλεπω, ψάχνει στήριγμα, δικαιολογια.

"Αν δεν αντεχεις να φύγεις από το σπίτι να πάω εγώ να μείνω εκεί να τον προσέχω" της είπα.
Ξέροντας οτι δεν θα άφηνε ποτέ τον έλεγχο. Δεν θα μπορούσα με την μικρή να παω άλλωστε.

Μαζεύτηκε λίγο.
"Ολοι με κατηγορείτε, δεν ξέρετε τι πέρασα αυτόυς τους μήνες"
"Πρώτον, σταμάτα να κλαίγεσαι και να τον κατηγορείς.
Δεύτερον, ποιοι εμείς;"
Φούντωσα
"Σε ποιον αναφερεσαι γαμώ το κέρατο μου; Σε μένα πας να το παιξεις θύμα;
Πού είπες στον πατέρα μου οτι τον έβρισα, που με αποξένωσες;"

Είχα πάρει φόρα.

"Μα του είπες οτι εχω φίλο!"
Κοντοσταθηκα.
Μιλάμε για μια γυναικα 75(?) χρονών, η οποία μέχρι περσι έβαζε μίνι.
Τόσο στην κοσμάρα της;
'Ποτέ δεν ειπα κατι τέτοιο, είναι γελοίο και σαν εννοια."

Δεν της άρεσε.
Το ψυγείο γεμάτο κρεμες και λάδια και μαντζουνια αντιγήρανσης, πικαρίστηκε.

Δεν ξέρω αν ο πατερας μου της είπε ψέματα, τα συνηθίζει κάτι τέτοια, δεν ξέρω αν εκείνη μου λέει ψέματα, βαρεθηκα. Τα υπερμεγεθή Εγώ, τις χειραγωγήσεις, τα κόλπα οντας αυτοί οι δυο πιο "ξύπνιοι" από τους υπόλοιπους.

"Μετανιωνω που το είπα, έχεις δίκιο."
'Παράτα με."

Αν ειχα μια δεκάρα για καθε φορά που έκανε μαλακία θελημένα ή όχι, δεν θα χρειαζόταν να ξαναδουλέψω στη ζωή μου, ούτε να επανακτήσω επαφές μαζϊ τους μετά το διαζυγιό μου.

Σιχτήρ πια.
"Σου πα, μου' πε, μου έκανε"...η χωριατειά στο μεγαλείο της.

Comments

Pink_Fish said…
μάμησε τα κι άφησε τα κορίτσι....Μικροπρέπειες την ώρα που ένας άνθρωπος πεθαίνει
elekat said…
Τελικά δεν είναι για να την παίρνεις στα σοβαρά, αλλά μια κουβέντα είναι κι αυτή από τη στιγμή που τυγχάνει να είναι η μάνα σου...
Lili said…
Το θέμα ειναι οτι πήγα σχεδόν 40 χρονών για να συνειδητοποιήσω σε όλο σχεδον το μεγαλείο του το πόσο βασανιστικό ήταν να μεγαλώνω στα χερια της, να ακούω οτι πάντα φταίω, να πρέπει να την θαυμάζω και να δεχομαι πυρα αν διαφωνούσα ή σκεφτόμουν για τον εαυτό μου. Και οι καβγάδες τους...και τα παράπονα, και οι υστερίες....


Εχω ξεχάσει πώς ήταν να μεγαλώνω εκεί, και όποτε πάω στο πατρικό μου νιώθω μια ανάγκη να φύγω αμέσως μόλις αρχίσουν να "μιλάνε", αλλά ταυτόχρονα, είναι και το μόνο μέρος που ένιωθα μια κάποια "ασφαλεια" ως παιδι-ανυπαρκτη αν το σκεφτείς αλλα τοτε δεν το καταλάβαινα- που με κάνει να θέλω να ξαποστασω επιτελους.

Βαρέθηκα να τρεχω και να μην βρίσκω χωρο να σταθώ.


Την ιστορία του τόνου την ξέρετε;
Δεν μπορέι ποτε να σταματήσει να κολυμπα γιατί θα καεί από την ίδια του την ενέργεια.

'Ετσι νιώθω.
Γαμώτο να τελειώσει αυτό το μαρτύριο για όλους πια.
Ο πατέρας μου πλέον με το που τρωει το παραμικρό χειροτερευει, πεθαίνει και τρελάινεται γιατί χάνει την ελπίδα του. Εκείνη υπολογίζει με τι λεφτα θα τον θαψει, και τι θα πουλήσει για να πληρώσει εφορίες και τα μετεπειτα ταξίδακια της, παραπονιέται γιατι τωρα δεν εχει πλάκα, κλάιγεται αλλιώνοντας την πραγματικότητα γιατί νιωθει τον ξενιστή της να φευγει, και γω παρακολουθω, στην άκρη μην έχοντας ψήφο, φωνή ή και θέση, δικαιώματα.
Καταπίνοντας έναν απίστευτο θυμό που βράζει για την όλη κατάσταση.